Δευτέρα 5 Ιανουαρίου 2009

Έτος πείνας:Στο ένα δισεκατομμύριο οι πληγέντες



Κείμενο: Ε. Σιούτη
Φωτογραφία: Flickr 1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8, 9, 10




Παρά τις δεσμεύσεις της Δύσης για περιορισμό της πείνας στο ήμισυ, παγκοσμίως, σύντομα, ο αριθμός των ανθρώπων που στερούνται τροφής θα φτάσει σε τρομακτικό σημείο.

Τα Ηνωμένα Έθνη έχουν ανακοινώσει στην Independent της Κυριακής ότι την επόμενη χρονιά, για πρώτη φορά στην ανθρώπινη ιστορία, ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι, παγκοσμίως, θα πεινάσουν, καθώς βαθαίνει η διεθνής οικονομική κρίση.
Κι αυτός ο αριθμός θα ξεπεραστεί – παρά το δεύτερο κατά σειρά ρεκόρ σοδειάς παγκοσμίως – επειδή οι άνθρωποι αδυνατούν ν’ αγοράσουν τις παραγόμενες τροφές.
Οι πλούσιες χώρες έχουν αποτύχει στην παροχή των υποσχόμενων χρημάτων που θα έδιναν ώθηση στην γεωργία των χωρών του Τρίτου Κόσμου, η οικονομική κρίση κρατάει τις αναπτυσσόμενες χώρες μακριά από τους πόρους και οδηγεί τους ανθρώπους τους σε μεγαλύτερη φτώχεια και η βοήθεια προς τους λιμοκτονούντες αναμένεται ν’ αρχίζει να στερεύει τον επόμενο μήνα.



Οι φιλανθρωπικές οργανώσεις ανάπτυξης, προσφάτως, κάλεσαν τον νεο-εκλεγέντα Πρόεδρο των Η.Π.Α. Μπαράκ Ομπάμα να τοποθετήσει την σιτιστική κρίση «έμπροσθεν και στο κέντρο» των προτεραιοτήτων του.

Γύρω στο 963 εκατομμύρια άνθρωποι υποσιτίζονται αυτήν την στιγμή, παγκοσμίως, σύμφωνα με την πιο πρόσφατη έρευνα για την κρίση από τον Οργανισμό Σίτισης και Γεωργίας (FAO), και ο Ο.Η.Ε. αναμένει να χειροτερέψει η κατάσταση εξ αιτίας της οικονομικής ύφεσης. «Ο αριθμός θ’ αυξηθεί σταθερά του χρόνου» είπε εκπρόσωπος του FAO στην Independent της Κυριακής. «Εμείς προβλέπουμε 1.000.000.000 ανθρώπους. Αυτό είναι ξεκάθαρο.» Το FAO εκφράζει τους φόβους του ότι ο απολογισμός θ’ αυξηθεί ακόμη περισσότερο μέσα στα επόμενα χρόνια που θα έρθουν.



Δεκαετίες προόδου προς την μείωση της πείνας, τώρα, αντιστρέφονται απότομα καταφέρνοντας έτσι ισχυρό χτύπημα στις δεσμεύσεις των ηγετών του κόσμου, πριν από 8 χρόνια, στην σύσκεψη κορυφής τον Σεπτέμβριο του 2000, ότι «θα μειώσουν στο ήμισυ τον αριθμό εκείνων που υποφέρουν από πείνα» από τα επίπεδα του 1990 έως το 2015, ως μέρος ενός φιλόδοξου σχεδίου Στόχων Ανάπτυξης μέσα στην χιλιετία.
Εκείνη την στιγμή και για πολλά χρόνια μετά, ο στόχος φαινόταν εφικτός, αν μη τι άλλο προκλητικός. Ανάμεσα στα 1990 και 2005 ο αριθμός των υποσιτιζόμενων παρέμεινε λίγο έως πολύ το ίδιο, δηλαδή ανάμεσα σε 800 και 850 εκατομμύρια, αν και ο πληθυσμός της γης αυξήθηκε κατά 1,2 δισεκατομμύρια, πράγμα που σημαίνει ότι η αναλογία του ραγδαία αυξανομένου πληθυσμού, που πεινούσε, έπεφτε σταθερά.
Μερικές χώρες – όπως Γκάνα, Περού, Μεξικό, Χιλή, Τζαμάϊκα, Κόστα Ρίκα – στην πραγματικότητα προχώρησαν μπροστά απ’ τους στόχους, ενώ άλλες – όπως η Αιθιοπία, η Νικαράγουα, και η Μοζαμβίκη ήταν σε καλό δρόμο για να τους πετύχουν. 25 αναπτυσσόμενα έθνη φαίνονταν να μπορούν να περιορίσουν στο ήμισυ τον απόλυτο αριθμό των πεινασμένων τους – και όχι απλά την αναλογία αυτών ως προς τον αυξανόμενο πληθυσμό – έως την ημερομηνία του στόχου.


Όμως κατά τα περασμένα 3 έτη, αυτή η πρόοδος έχει αντιστραφεί απότομα, αφήνοντας άλλα 115 εκατομμύρια ανθρώπων στο έλεος της πείνας, πράγμα που σηματοδοτεί την πρώτη απότομη και καλά διατηρούμενη αύξηση πείνας μέσα στις τελευταίες δεκαετίες. Αυτή η αύξηση άρχισε ενώ μεγάλωνε ήδη η ευημερία και συνεχίζεται παρά τις εξαιρετικές σοδειές.



Άρα η αύξηση της πείνας δεν συμβαίνει, όπως στο παρελθόν, εξ αιτίας της έλλειψης τροφής, αλλά επειδή οι άνθρωποι δεν διαθέτουν τους πόρους για να την αγοράσουν ακόμη κι όταν είναι άφθονη. Ο κύριος λόγος είναι ότι οι υψηλές τιμές των τροφίμων έχουν «πετάξει» τους φτωχούς έξω από την αγορά.

Για πάνω από 12 μήνες έως το περασμένο καλοκαίρι, οι τιμές του σιταριού και του καλαμποκιού έχουν υπερδιπλασιαστεί και οι τιμές του ρυζιού έχουν υπερτριπλασιαστεί. Αυτό οφείλεται εν μέρει στην ανάπτυξη των βιοκαυσίμων σύμφωνα με το FAO.



Ο ίδιος οργανισμός επίσης καταγγέλλει την κερδοσκοπία, την πληθυσμιακή ανάπτυξη, την συρρίκνωση των αποθεμάτων τροφίμων και την αυξανόμενη κατανάλωση κρέατος σε αναπτυσσόμενες χώρες, όπως η Κίνα και η Ινδία, η οποία «αποτελειώνει» τις προμήθειες των σιτηρών επειδή αυτά χρησιμοποιούνται για το τάϊσμα των ζωντανών.
Διεθνώς, οι τιμές έχουν πέσει απότομα από το καλοκαίρι, καθώς η καλή σοδειά, φέτος, «φούσκωσε» τις προμήθειες και η αυξανόμενη οικονομική κρίση μείωσε την ζήτηση. Αλλά το FAO αναφέρει ότι οι χαμηλότερες τιμές δεν έχουν εξομαλύνει την σιτιστική κρίση, ενώ, την ίδια στιγμή, η ολοένα και μεγαλύτερη οικονομική αναταραχή την έχει κάνει χειρότερη.

Οι αναπτυσσόμενες χώρες δεν έχουν επωφεληθεί της παγκοσμίου πτώσεως του κόστους των τροφίμων, λέει ο ίδιος οργανισμός, επειδή έχουν υποτιμηθεί τα νομίσματά τους έναντι του δολλαρίου, σύμφωνα με το οποίο καθορίζονται οι διεθνείς τιμές, και οι εγχώριες προμήθειες παραμένουν ελλιπείς, διατηρώντας έτσι τις τιμές σε πολύ υψηλά επίπεδα στις ντόπιες αγορές.



Ουσιαστικά, τα τελευταία 2 χρόνια, καμμία αυξημένη παραγωγή δεν έχει λάβει χώρα στον Τρίτο Κόσμο, εν μέρει, επειδή οι αγρότες εκεί δεν μπορούν ν’ αποκτήσουν ακριβά λιπάσματα και σπόρους ενώ, από την άλλη, έχουν εκτοξευθεί στα ύψη τα κέρδη των πολυεθνικών εταιρειών με τα αγροχημικά και την βιοτεχνολογία. Τώρα καθώς οι οικονομίες των πλουσίων χωρών βρίσκονται σε ύφεση, αυτές εισάγουν λιγότερα αγαθά και προϊόντα από τις αναπτυσσόμενες χώρες, οδηγώντας έτσι σε πτώση το εθνικό τους εισόδημα και αυξάνοντας την φτώχεια και την ανεργία. Καθώς η απασχόληση μειώνεται στην Δύση, οι μετανάστες απ’ τον Τρίτο Κόσμο χάνουν τις δουλειές τους και δεν μπορούν πλέον να στέλνουν πίσω με εμβάσματα τα χρήματα που εξοικονομούν για τις οικογένειές τους απ’ τα ημερομίσθιά τους, το οποίο τους έδινε την οικονομική ώθηση που ήταν συχνά πολύ σημαντική για να τους προφυλάξει από την απόλυτη ένδεια.

Εξίσου σημαντικό είναι, προσθέτει το FAO, ότι στερεύει η πίστωση που χρειάζονται οι αγρότες του Τρίτου Κόσμου για να βελτιώσουν την παραγωγή τους και ν’ αγοράζουν σπόρους, ενέργεια και γεωργικά χημικά.



Η βοήθεια, επίσης, πέφτει κατακόρυφα. Στις αρχές του προηγούμενου μήνα το Πρόγραμμα Παγκόσμιας Σίτισης (η υπηρεσία των Ηνωμένων Εθνών που παρέχει τρόφιμα στους πεινασμένους ) ανήγγειλε ότι ξέμεινε από προμήθειες. Εάν δεν λάβει περισσότερες προμήθειες σύντομα, αναμένεται ν’ αρχίσουν τα συσσίτια τον επόμενο μήνα και να τελειώσουν εντελώς τα τρόφιμα, έως τον Μάρτιο, στις χώρες που βρίσκονται σ’ έκτακτη ανάγκη, όπως η Αϊτή, το Σουδάν και το Μπαγκλαντές.
Στην ειδική σύσκεψη κορυφής τον περασμένο Ιούνιο, οι πλούσιες κυβερνήσεις δεσμεύτηκαν με 12,3 δις. δολλάρια για να αντιμετωπίσουν την σιτιστική κρίση, αλλά έως τώρα έχουν παραδώσει μόνο 1 δις., καθώς πασχίζουν να δώσουν τρισεκατομμύρια ως εγγύηση στις τράπεζες που βρίσκονται σε δυσχερή θέση.



«Το ξεπέρασμα της οικονομικής κρίσης είναι αποφασιστικής σημασίας,» συμπεραίνει το FAO σε πρόσφατη αναφορά, «αλλά η συνέχιση της καταπολέμησης της πείνας με την πραγματοποίηση της δέσμευσης γι’ αυτά τα δισεκατομμύρια των δολλαρίων δεν είναι λιγότερο σημαντική». Ο Jacques Diouf, γενικός διευθυντής του FAO, προειδοποιεί: «Εάν η πολιτική βούληση και οι δεσμεύσεις των δωρητών δεν μετατραπούν σε άμεσες και πραγματικές πράξεις, θα πέσουν σε βαθειά ένδεια και άλλα εκατομμύρια ανθρώπων.»

Η Josette Sheeran, διευθυντικό στέλεχος του Προγράμματος Παγκόσμιας Σίτισης προσέθεσε: «Ενώ ανησυχούμε για την Γουώλ Στριτ και την Χάϊ Στριτ, ρίχνουμε επίσης την προσοχή μας και στις ανάγκες εκείνων που ζουν σε άθλια μέρη.» Η ίδια, επίσης, έχει κάνει έκκληση στις κυβερνήσεις να διαθέσουν μόνο το 1% των πακέτων που δίνουν για εγγύηση κι ερέθισμα (προς αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης) για να καταπολεμήσουν την πείνα.»



Και το χειρότερο πρόκειται να έρθει στο μέλλον, οδηγώντας τον αριθμό των πεινασμένων πέρα και πάνω από το όριο του 1 δισεκατομμυρίου. Καθώς οι τιμές των τροφίμων πέφτουν, το FAO αναφέρει ότι οι αγρότες της Ευρώπης και της Νοτίου Αμερικής μειώνουν τις καλλιέργειές τους για την σοδειά του επόμενου χρόνου – και το ίδιο πράγμα είναι πιθανόν να συμβεί και στον Τρίτο Κόσμο καθώς η έλλειψη πίστωσης εμποδίζει τους αγρότες ν’ αγοράζουν τα τρόφιμα και τα γεωργικά χημικά που χρειάζονται. Έτσι, υπάρχει ο φόβος, ότι η σοδειά θα είναι μικρότερη, του χρόνου, ακόμη κι αν παραμείνει καλός ο καιρός.



Οι καλές εποχές είναι σχεδόν απίθανο ότι θα συνεχίσουν, ακόμη και βραχυπρόθεσμα. Κι εν τω μεταξύ, με την κλιματική αλλαγή, αναμένεται να χειροτερέψουν δραματικά οι σοδειές. Ο κ. Diouf κάνει την πρόβλεψη ότι εάν ο κόσμος δεν προχωρήσει σε άμεση δράση για να κρατήσει την επίδραση του θερμοκηπίου κάτω από 2C (ο διαφαινόμενος διεθνής στόχος), « η εν δυνάμει παραγωγή των τροφίμων παγκοσμίως, θα μειωθεί επικίνδυνα» (με τις σοδειές να μειώνονται έως και 40% στην Αφρική, την Ασία και την Λατινική Αμερική).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου